Μαστογραφία


Τι είναι μαστογραφία - Χρησιμότητα
Η μαστογραφία αποτελεί ένα είδος ακτινογραφίας του μαζικού αδένα και ως ιδέα υπάρχει περίπου εδώ και  100 χρόνια. Εφαρμόστηκε σταδιακά όλο και περισσότερο και κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα αποτέλεσε τη βασική μέθοδο απεικόνισης του μαστού. Από τη δεκαετία του 1970, τα πρώτα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου χρησιμοποίησαν τη μαστογραφία για τη διάγνωση ασυμπτωματικών καρκίνων μαστού.

Κατά τη μαστογραφική απεικόνιση ο μαστός συμπιέζεται μεταξύ δύο επίπεδων πλακών και ακτινογραφείται. Στη συνέχεια, η εικόνα λαμβάνεται σε φιλμ (αναλογική μαστογραφία) ή στην οθόνη του υπολογιστή ηλεκτρονικά (ψηφιακή μαστογραφία), που στη συνέχεια μπορεί να εκτυπωθεί. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να ανιχνευθούν καρκινικές αλλοιώσεις που είτε είναι πολύ μικρές, είτε πρώιμου σταδίου, ώστε να μη σχηματίζουν ακόμα ψηλαφητή σκληρία. Θεωρείται ότι η μαστογραφία μπορεί να ανιχνεύσει μια κακοήθεια μέχρι δύο έτη πριν γίνει αντιληπτή στην ψηλάφηση.

Η ευαισθησία της μεθόδου (δηλαδή πόσο ικανή είναι η μαστογραφία να ανακαλύψει πράγματι έναν καρκίνο του μαστού) εξαρτάται από αρκετές παραμέτρους, με κυριότερη την πυκνότητα του μαστού, που με τη σειρά της εξαρτάται από την ηλικία. Έτσι, σε γυναίκες ηλικίας 60 ετών ή περισσότερο, όπου οι μαστοί είναι γενικά λιπώδεις, η ευαισθησία της μαστογραφίας φτάνει το 95% (δηλαδή ανακαλύπτει το 95% των κακοηθειών), ενώ σε άτομα νεαρότερα από 40, πολύ λιγότερο, ακόμα και το 50%.

Ψηφιακή μαστογραφία
Η ψηφιακή μαστογραφία έχει την ίδια αρχή λειτουργίας με την κλασική (αναλογική) με τη διαφορά ότι η επεξεργασία και η αποθήκευση της εικόνας γίνεται ηλεκτρονικά. Επιγραμματικά τα πλεονεκτήματά της είναι:

  • Αποδίδει καλύτερη εικόνα και έχει μεγαλύτερη ευαισθησία (ανακαλύπτει περισσότερους καρκίνους) σε γυναίκες με πυκνούς μαστούς
  • Σε πολλές περιπτώσεις η ακτινοβολία που δέχεται η γυναίκα είναι λιγότερη
  • Μπορούν να χρησιμοποιηθούν ηλεκτρονικά συστήματα για την υποβοήθηση της διάγνωσης
  • Είναι πολύ πιο εύκολη η αποθήκευση και η διαχείρηση της εικόνας (αποστολή, εκτύπωση κλπ)


Ποιές γυναίκες υποβάλονται σε μαστογραφικό έλεγχο;
Η μαστογραφία χρησιμοποιείται ως μέθοδος προσυμπτωματικού ελέγχου για καρκίνο του μαστού σε γυναίκες ηλικίας 40 ετών και άνω. Αυτό αφορά άτομα του γενικού πληθυσμού που δεν έχουν αθξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Γυναίκες που έχουν:

  • κοντινές συγγενείς με καρκίνο του μαστού και μάλιστα σε νεαρή ηλικία
  • γνωστή μετάλλαξη BRCA στην οικογένεια
  • λάβει ακτινοθεραπεία για λέμφωμα στο παρελθόν
  • ιστορικό βιοψίας μαστού με αλλοιώσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο (πχ έτυπη υπερπλασία, λοβιακή ενδοπορική νεοπλασία κλπ)

θα πρέπει να συμβουλεύονται ειδικό ιατρό προκειμένου να καθοριστεί ο βέλτιστος τρόπος παρακολούθησης.
Δε θα πρέπει να λησμονείται ότι η η διαδικασία της μαστογραφίας περιλαμβάνει ακτινοβόληση των ιστών, όπως άλλωστε όλες οι ακτινογραφίες. Γιαυτό η χρήση της θα πρέπει να γίνεται με προσοχή, ειδικά σε νεαρότερες ηλικίες. Οι νεαρότερες γυναίκες υποβάλονται στην εξέταση μόνο όταν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, όπως για παράδειγμα όταν υπάρχει ύποπτο εύρημα ή σε βεβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό. Γενικά θεωρείται ότι οι κίνδυνοι από την ακτινοβολία των μαστών είναι πολύ μικρότεροι από τους κινδύνους  και δε θα πρέπει να αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα πραγματοποίησής της μαστογραφίας.


Κάθε πότε μαστογραφία;
Η συχνότητα με την οποία οι γυναίκες θα πρέπει να υποβάλονται στον περιοδικό μαστογραφικό έλεγχο είναι αντικείμενο διαφωνίας διεθνώς και σε διαφορετικές χώρες υπάρχει σύσταση για μαστογραφία κάθε ένα, δύο ή και τρία έτη. Θεωρητικά, η συχνότητα της μαστογραφίας θα καθοριστεί από το πόσο γρήγορα εμφανίζεται και εξελίσσεται ένας κακοήθης όγκος, παράμετρος που εξαρτάται κυρίως από την ηλικία της ασθενούς. Έτσι, με βάση το μέσο ρυθμό ανάπτυξης ενός όγκου, ο έλεγχος θα πρέπει να γίνεται ετήσια στη δεκαετία 40-50, κάθε δύο χρόνια μεταξύ 50-60 και κάθε τρία από εκεί και στο εξής. Ωστόσο, στη συμβουλή για μαστογραφία προσυμπτωματικού ελέγχου, υπεισέρχονται πολλοί και πολύπλοκοι παράγοντες, όπως για παράδειγμα, ακόμα κι αν ανευρεθεί ένας όγκος, κατά πόσο η θεραπεία μπορεί να βελτιώσει την επιβίωση της ασθενούς.

Για τις γυναίκες που δεν έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου μαστού συνιστούμε μία μαστογραφία δύο λήψεων και των δύο μαστών κάθε 1-2 έτη με αρχή την ηλικία των 40 (οδηγία National  Cancer Institute).

Υπέρηχος και μαγνητική μαστογραφία
Πολλές φορές τίθεται η ερώτηση γιατί να μην προτιμηθεί ο υπέρηχος αντί της μαστογραφίας, από τη στιγμή μάλιστα που δεν έχει ακτινοβολία. Έχει αποδειχθεί ότι ο υπέρηχος, άν και είναι πολύ χρήσιμος στη μελέτη μιας βλάβης που ανακαλύφθηκε ψηλαφητικά ή στη μαστογραφία, έχει πολύ μικρότερη αξία στην προσυμπτωματική διάγνωση. Ως μέθοδος προσυμπτωματικού ελέγχου, χρησιμοποιείται μόνο συμπληρωματικά της μαστογραφίας σε πολύ πυκνούς μαστούς και ορισμένες φορές σε γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο.

Τέλος, η μαγνητική μαστογραφία χρησιμοποιείται μόνο σε πρωτόκολλα προσυμπτωματικής παρακολούθησης γυναικών νεαρής ηλικίας με πολύ αυξημένο κίνδυνο. Τα άτομα αυτά θα πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά σε μια εξειδικευμένη μονάδα μαστού.